Η πορεία της ελιάς στην ιστορία
Η ιστορία της ελιάς ξεκινά στα βάθη των αιώνων, πριν ακόμη ο άνθρωπος ανακαλύψει τα οφέλη της κοινωνικής ζωής και οργανωθεί σε κοινότητες. Αυτοφυές φυτό της Μεσογείου, είναι μια από τις αρχαιότερες καλλιέργειες που άνθησαν στον κόσμο, πολύ πριν ανακαλυφθεί η γραφή. Αρχαιολογικές έρευνες κάνουν λόγο για απολιθώματα ελιάς στον ελληνικό χώρο με την εντυπωσιακή ηλικία των 50.000 – 60.000 ετών, ενώ στην δυτική Πελοπόννησο χρονολογήθηκαν με ακρίβεια δείγματα γύρης ελιάς 2.000 ετών.
Δύο οι ιστορικές εκδοχές για την προέλευσή της, είτε τα παράλια της Μικράς Ασίας, της Συρίας και της Παλαιστίνης ή της Αφρικής και της Αιγύπτου ήταν το πρώτο σπίτι του ελαιόδεντρου. Οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες για την καλλιέργεια της ελιάς προέρχονται από τον Έλβα στην Βόρεια Συρία, όπου ανακαλύφθηκαν πινακίδες οι οποίες χρονολογούνται από τα μέσα της 3ης χιλιετίας π.X. και μιλούν για μεγάλη παραγωγή λαδιού στην περιοχή. Ανάλογες πληροφορίες μιλούν για την ύπαρξη της ελιάς στην Παλαιστίνη από τα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ.
Πολλοί μελετητές μίλησαν για αυτό. Ο A. De Candolle στη μελέτη του «Origin des plantes cultivees», αναφέρει ότι η καλλιέργεια της ελιάς ήταν γνωστή 4.000 έτη π.Χ. και ότι το δέντρο κατάγεται από τα παράλια της Μ. Ασίας και της Συρίας, βασιζόμενος στην ύπαρξη αυτοφυούς βλάστησης άγριας ελιάς καθώς και στα κείμενα αρχαίων συγγραφέων και σε ευρήματα ανασκαφών. Το ίδιο και ο Mataix Verdu, αναφέρει ότι το δένδρο της ελιάς, με προέλευση είτε τα παράλια της Συρίας είτε την Μικρά Ασία, διαδόθηκε από τους Φοίνικες στην Κύπρο, στην Κρήτη, στα νησιά του Αιγαίου, στην Ελλάδα και στη Νότια Ιταλία. Από εκεί οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι διέδωσαν το ελιόδεντρο στην Αφρική και στην Ευρώπη.
Κατ” άλλους συγγραφείς, τόπος προέλευσης της ελιάς και αφετηρία για την διάδοσή της είναι η Αφρική, με την Αβησσυνία και την Αίγυπτο να πρωταγωνιστούν. Από εκεί μεταφέρθηκε στην Κρήτη λόγω των στενών σχέσεων που διατηρούσαν οι κάτοικοι των δύο περιοχών. Στην περιοχή αυτή καλλιεργήθηκε συστηματικά από τους σημιτικούς λαούς και από εκεί διαδόθηκε στην Κύπρο και στα βόρεια παράλια της Αφρικής, στο Μαρόκο, την Αλγερία, την Τυνησία κ.α. από τους Τυριανούς Φοίνικες που ήκμασαν στην Καρχηδόνα. Στην βόρεια Αφρική η ελιά ήταν γνωστή στους αρχαίους λαούς που ζούσαν εκεί. Οι Βέρβεροι γνώριζαν να εμβολιάζουν ελιές όταν έφτασαν οι Ρωμαίοι κατακτητές. Ακούγοντας στο όνομα Tat, η ελιά ήταν γνωστή στην Αίγυπτο ενώ κλαδιά ελιάς βρέθηκαν σε αρχαίους τάφους των Θηβών της αρχαίας Αιγύπτου.
Ο Αναγνωστόπουλος (1951), με βάση τα ευρήματα των ανασκαφών της Κνωσού, υποστήριξε ότι η πατρίδα της ελιάς είναι η Κρήτη. Την υπόθεση αυτή ενισχύει και το γεγονός ότι το όνομα της ελιάς είναι ελληνικό και διατηρήθηκε σε όλες τις γλώσσες. Πρόσφατες έρευνες στις Κυκλάδες έφεραν στο φως απολιθωμένα φύλλα ελιάς τα οποία σύμφωνα με τις σύγχρονες μεθόδους χρονολόγησης φαίνεται να είναι ηλικίας 60.000 ετών. Σύμφωνα με τον Γάλλο ερευνητή Paul Faure οι κάτοικοι της νεολιθικής Κρήτης ήταν εκείνοι που καλλιέργησαν την ήμερη ποικιλία της ελιάς, «Στους χωρικούς της Μεγαλονήσου ανήκει η τιμή ότι μεταμόρφωσαν τις αγριελιές σε καλλιεργήσιμα δέντρα».
Οι Έλληνες διέδωσαν την καλλιέργεια της ελιάς στις υπόλοιπες χώρες της Μεσογείου κι από κει με ισπανικά και πορτογαλικά πλοία έφτασε και στην αμερικανική ήπειρο. Άρχισε να καλλιεργείται στο Μεξικό, το Περού και την Αργεντινή κατά τον 16ο αιώνα, ενώ κατά τα τέλη του 18ου αιώνα εξαπλώθηκε και στην Καλιφόρνια. Πιο πρόσφατα, η ελιά κερδίζει έδαφος σε διάφορα μέρη του κόσμου με στοιχεία να μιλούν για καλλιέργειες στην Νότια Αφρική, την Αυστραλία, την Ιαπωνία ακόμη και την Ινδία, την Κορέα και το Πακιστάν, ενώ γίνεται έναρξη φύτευσης στην Κίνα, την Νέα Ζηλανδία και την Βραζιλία.
Ελιά, ελαιόλαδο και αρχαία Ελλάδα
Πολιτισμός, αρχαία Ελλάδα, ελιά και ελαιόλαδο πάνε μαζί, η ελιά είναι συνυφασμένη με την ιστορία της χώρας μας.
Ανασκαφές στην Πύλο, τις Μυκήνες και την Κνωσό ανέδειξαν πινακίδες της Γραμμικής Β” που μας προσφέρουν πληροφορίες για την χρήση του ελαιόλαδου σε εκείνη την εποχή. Βρέθηκαν τρία διαφορετικά, ξεχωριστά ιδεογράμματα της Γραμμικής Β” που αντιπροσωπεύουν την ελιά, το ελαιόλαδο και το ελαιόδεντρο. Από μελέτες των Τσάντγουικ και Μελένα μάλιστα, μαθαίνουμε ότι δίπλα στο ιδεόγραμμα του ελαιοκάρπου προστίθενται τα συλλαβογράμματα Α και ΤΙ που πιθανότατα προσδιορίζουν τα είδη της ελιάς σε άγρια και τιθασή.
Σε κάποιες άλλες πινακίδες πληροφορούμαστε για αποστολές ελαιολάδου σε ιερά όπως προς την Δίκτη ή την Αμνισό, σε θεούς για λατρευτικούς σκοπούς αλλά και σε πρόσωπα που αποτελούσαν το ιερατείο. Σε πινακίδες της Κνωσού και της Πύλου παίρνουμε πληροφορίες σχετικά με το αγγείο που μετέφεραν το ελαιόλαδο που πιθανότατα πρόκειται για αμφορέα με ψευδόστομο. Στο πρωτοκυκλαδικό νεκροταφείο Σπεδού το 1903 μεταξύ άλλων ευρημάτων βρέθηκε ένα επάργυρο πήλινο αγγείο το οποίο έφερε ίχνη αλλοιωμένου ελαιολάδου.
Το προβάδισμα πάντως στην ελαιοκαλλιέργεια κατείχε η Μινωική Κρήτη. Οι ανασκαφές στην Κρήτη έφεραν στο φως τεράστιους πίθους για την αποθήκευση του λαδιού, πιστοποιώντας πως η δύναμη των Μινωιτών βασιλιάδων προερχόταν σε μεγάλο βαθμό και από την εξαγωγή του ελαιόλαδου.
Πολλοί ήταν οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι που μελέτησαν τις ιδιότητες του ελαιολάδου. Ο Αναξαγόρας, ο Διοσκουρίδης και ο Εμπεδοκλής. Ο μεγάλος νομοθέτης Σόλων θέσπισε νόμους προκειμένου να προστατεύσει τα ελαιόδεντρα, απαγορεύοντας αφενός την κοπή μεγάλου αριθμού δέντρων από τους ελαιώνες της Αθήνας, καθορίζοντας αφετέρου την απόσταση φύτευσης στα εννέα πόδια μεταξύ τους.
Στην καθημερινή δραστηριότητα, στην θρησκεία, στις εμπορικές συναλλαγές, στην βυρσοδεψία την υφαντουργία, την αρωματοποιία, παντού είχε το μερίδιό του το ελαιόλαδο. Στον τομέα της ιατρικής, το ελαιόλαδο ήταν πασίγνωστο για τις ευεργετικές του ιδιότητες, γνωστοί γιατροί της εποχής, όπως ο Γαληνός και ο Διοσκουρίδης το συνιστούσαν στην θεραπεία ασθενειών.
Διαβάστε το επόμενο: Τέχνη